Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2016

αρχίζω με το σ' αγαπώ


Κι ύστερα έφυγε. Κι άρχισα να τον αναζητώ τώρα -μετά θάνατον- στο μετά θάνατον. Να τον ακούω. Αυτή τη λυγμική απόγνωση ενός νεογέννητου ή ετοιμοθάνατου προτού το κώμα-το ίδιο. Αυτή τη διαρκή υπαρκτική κραυγή. Την αθωότητα του λυρισμού, την τόλμη. Το σπαραγμό. Τον παροξυσμό της αγωνίας. Άρχισα ν' ακούω το ρόγχο του θανάτου. Να τον παρατηρώ από παρουσία σε παρουσία, το πώς η ομορφιά ντύνεται το τραγικό, πώς το τραγικό την αγιότητα, πώς η έξοδος αποκτά τα φτερά που πάντα έψαχνε με τρόπο εναγώνιο, αντισυμβατικό, εκλεκτό. Σχεδόν θεϊκό. Πώς υπήρξε στο ένδυμα ενός σαλού με τη γενναιότητα μιας ακάλυπτης ευαισθησίας. Να θέλω να τον ακούσουν και άλλοι. Να υπάρχει γι' αυτό μέσα στη δική μου χώρα της αλυπίας -τώρα, που έφυγε. Ως περίπτωση αχώρητη. Και δίχως λόγια. Κυρίως αυτό.

Τον θυμάμαι εδώ ένα βράδυ, στην Πτολεμαϊδα, να ευωδιάζει από παντού αυτή η αφόρητη μοναξιά που κουβάλαγε. Μόνος του τραγούδαγε, αυτός και η ψυχή του, το χειροκρότημα των άλλων δεν τον αφορούσε, ήταν, είναι φανερό. Μόνος του τραγούδαγε. Μονολογούσε. Όπως μόνος έγραφε. Μια ψυχή αυθεντικά ποιητική -φλεγόμενη. Και αυτό είναι φανερό.

Θυμάμαι να τον ακούω, τις μικρές αλήθειές του, την Πολυδούρη, τον Ουράνη, τους ποιητές του. Τον είδα μέσα στους στίχους τους δικούς του, στους στίχους των άλλων, να βλέπει την έξοδό του με τη μαθηματική ακρίβεια των ποιητών που γνωρίζουν πάντα και εκ των προτέρων τα επόμενα μέσα από ένα εξαιρετικά συνειδητό ασυνείδητο και ερήμην τους. Κάποτε και με την ακρίβεια σεισμογράφου ή τη συνέπεια ενός καρδιογραφήματος. Επέλεγε ή τον επέλεγαν οι ποιητές και τα ποιήματά τους, ποιος μπορεί με ασφάλεια να απαντήσει.

Πέθανε ένα πένθιμο φθινόπωρο, πρωί όμως, αγνός, καθάριος, πετώντας σε έναν τόπο καινούριο, σε μια γη που ανατέλλει, ως το τέλος μένοντας δίπλα σε όποιον αγάπησε και τον αγάπησε. Τον πήραν οι ποιητές του, οι άγιοί του, κάποιος οπωσδήποτε τον πήρε τον αγκάλιασε, σκέπασε το δάσος αυτό την ερημιά αυτή που ήταν η ψυχή του. Ανέβηκε ως φθινοπωρινή προσευχή.

Πονά κανείς όπως για κάποιον δικό του. Με έναν τρόπο μη εγκεφαλικό, ενστικτώδη, χωμάτινο εντελώς και την ίδια ώρα υπερλογικό απολύτως, όπως είναι η πραγματική αλήθεια.

Ό,τι ακολουθεί έχει να κάνει με μια ανατροπή των όσων γνώριζα ως τώρα. Και με μια αλήθεια που πάει παραπέρα. Ένιωσα την ανάγκη να μιλήσω και για τις δυο.

Έχει μια βδομάδα τώρα που έψαξα το “Αρχίζω με το σ' αγαπώ”. Είναι σε εξάντληση. Το ζητούσα επίμονα ένα βράδυ, όταν έπεσα πάνω σε κάτι οικείο. Ήταν το οπισθόφυλλο του δικού μου παραμυθιού μαζί με μια επόμενη παράγραφο. Και από κάτω ή από πάνω “Θάνος Ανεστόπουλος”. Να υπάρχει στο “official” του, αλλά και αλλού. Άρχισε το ψάξιμο σε αυτό το χάος που είναι το διαδίκτυο, ένας λαβύρινθος -όχι χωρίς αγωνία και απορία. Την ίδια ώρα άρχισε να φέγγει η σκέψη και καταστάλαζε η ουσία αυτού που διάβαζα. Πως ό,τι ακολουθεί τα δικά μου λόγια, τα λόγια του Θάνου δηλαδή, έρχεται ως απάντηση. Επεμβαίνει και συμπληρώνει στην ουσία αυτό που έμενε ασυμπλήρωτο, μετέωρο, ακρωτηριασμένο, αν αφορούσε μονάχα την ίδια την ποίηση. Ολοκληρώνει την παραμυθία της τέχνης με τη δυνατότητα που υπάρχει στην ίδια τη ζωή. Μια δυνατότητα που η περιγραφή της συνιστά για μένα απάντηση. Είδε το μαζί των ανθρώπων στην πραγματική ζωή. Αποκωδικοποιώ ίσως ελάχιστα και μέσα σε βρασμό. Στην πραγματική πραγματικότητα όμως των ποιητών αυτά συμβαίνουν. Είναι ο σπόρος μέσα στο χιόνι. Είναι αυτός ο ήλιος που σκεπάζει το χιόνι με τη βεβαιότητα ότι κάπου υπάρχει ένας σπόρος ότι κάποτε ο σπόρος αυτός θα φανεί.

Νιώθω μια παρουσία μέσα από τάφο. Δεν δέχομαι καμιά εκλογίκευση, έστω και αν πέρασα από τα γρανάζια της. Νιώθω ενστικτωδώς και μόνο ότι μιλά μέσα από τον Άδη, τον Απάνω, τον Κάτω, δεν ξέρω από πού, αλλά μιλά, απαντά, υπάρχει, σε ένα παρόν από το οποίο απουσιάζει. Το κείμενο αυτό ταξιδεύει από τότε, 20 Μαϊου του 2015, στο facebook, στο δίκτυο, σε ιστοσελίδες, με τον τίτλο “Η αληθινή αγάπη” ή “Το ταξίδι του έρωτα”, ως ποίημα-κείμενο του Θάνου Ανεστόπουλου που υπάρχει στο “Αρχίζω με το σ' αγαπώ” (εκδόσεις bibliotheque, 2015). Δεν υπάρχει μέσα εκεί τελικά. Πρόκειται για μια λάθος πληροφορία, που όμως χάρη σε αυτήν, βρέθηκα εγώ πάνω σε κάτι που αγνοούσα -στη δική του ανάρτηση- και που δε θα υπήρχε καμιά πιθανότητα να τη δω παρά μόνο ίσως από καθαρή σύμπτωση. Πιστεύω βαθιά ότι οι συμπτώσεις είναι καταστάσεις μεταφυσικές -ίσως και αγγελικές.

Αυτή την αλήθεια των δυο μαζί λόγων ένιωσα την ανάγκη να πω. Την ανατροπή από την ευεργεσία της “επίσκεψης”. Τη βαθιά -μιας πέραν του τάφου- συγκίνησης. Τον ευγνωμονώ γιατί “είδε” αθόλωτα τον καθρέφτη που υπάρχει στο ίδιο το παραμύθι, έλυσε το μυστήριο με ένα άλλο μυστήριο. Ο Θάνος είδε το παραπέρα. Τη δυνατότητα της βεβαιότητας της αγάπης στην πραγματική ζωή.
Αρχίζω με το σ' αγαπώ -και δεν σκοπεύω να το τελειώσω


Για να μπορέσεις να κάνεις ένα ταξίδι προς τον Άλλον, την αγαπημένη/ο
χρειάζεται να κάνεις πολλές φορές σε κομβικά χρονικά σημεία της ζωής σου,
ξανά και ξανά όσο η αγάπη τους είναι παρούσα και ζωντανή
ένα ταξίδι προς την ενδοχώρα του Εαυτού σου.
Ένα ταξίδι κατ’ ουσίαν εντός λαβυρίνθου,
το ταξίδι του έρωτα και υπό το κράτος του,
Μονάχα που από άλλη ρωγμή εισελαύνει ο ένας και από άλλη και σε έτερο χρόνο ο άλλος.
Οι ψυχές περιπλανιούνται και περιδίνονται γύρω από τον ίδιο άξονα δίχως να ανταμώνουν.
Αν ανταμώσουν, είναι γιατί έχουν πια διασχίσει την κοιλάδα της δοκιμασίας και κατά κάποιον τρόπο άντεξαν.
Είναι γιατί «η σημαία επ’ αυτών ήτο η αγάπη».
Και τότε η σχέση εξελίσσεται σε αγάπη, σε έρωτα και μπορεί να κρατήσει.
Ενώνονται δυο ζωές, οι οποίες όμως δεν γίνονται ποτέ μια! Κι αυτή είναι η ομορφιά. Το ζητούμενο.
Τότε οι δυό άνθρωποι είναι καθρέφτης ο ένας για τον άλλο χωρίς ναρκισσισμό αλλά από αληθινή αγάπη, με τον έρωτα να τους επισκέπτεται στις κομβικές στιγμές ευτυχίας τους χωρίς να γεννάει κενά φόβου ,ανασφάλειας ,εξάρτησης, κτλ. Παρά μόνο κατανόηση, ασφάλεια, γνώση, εμπιστοσύνη, ισορροπία, ελευθερία και σεβασμό του ατόμου. Η αληθινή ΑΓΑΠΗ.

Σάββατο 7 Μαΐου 2016

ελιά στο πέλαγος

 
 
“Ελιά στο πέλαγος”, το αρτιγέννητο βιβλίο της Φωτεινής Φραγκούλη. Βιβλίο σπιρτόκουτο με έντεκα σπίρτα έτοιμα να φλογίσουν την ψυχή όπως ένα παιδικό φανάρι. Ιστορίες λιτές, ελάχιστες, με πλοκή στοιχειώδη αλλά όχι ασήμαντη. Υπάρχουν όπως οι πυγολαμπίδες, με την ευεργεσία του ελάχιστου λύχνου μέσα στο σκοτάδι. Λειτουργούν ως φωτογραφίες, αιχμαλωτίζουν την ομορφιά της καθημερινότητας, για να το φωνάξουν ως ένα είδος σιωπηλής ευαγγελίας πως αυτή είναι δίπλα μας, στο κάθε βήμα, στην κάθε ανάσα, πως τη χτίζεις από τον όρθρο μέχρι το σύθαμπο. Και τη νύχτα. Ειδικά τη νύχτα, τότε που τα δέντρα περπατάνε, φτάνουν ίσαμε τη θάλασσα, ταξιδεύουν μέσα της, πλέουν ως καράβια δίχως να βυθίζονται.
 
Σκοτάδι γύρω μας. Ποιο σκοτάδι. Η μη ιερότητα της πραγματικότητας. Η ανέγγιχτη ομορφιά. Η ελιά στο πέλαγο που την αξιώνονται οι μυημένοι. Ποιοι οι μυημένοι; Οι εναπομείναντες, που συνεχίζουν να βλέπουν με τα ομηρικά μάτια της ψυχής, να ακούν με τα αυτιά της.
 
Τι λανθάνει μέσα στο κάθε παραμύθι; Η ομορφιά, η καλοσύνη, η απλότητα, η εγγύτητά τους στην πραγματική ζωή, αυτή που την αγγίζεις και με τα δυο σου χέρια. Τα παραμύθια της Φωτεινής από το πρώτο-πρώτο, “Το χωραφάκι της αγάπης”, ως την τελευταία συλλογή χτίζονται πάνω σε δυο ρήματα, παρωχημένα σήμερα, αν όχι εξοστρακισμένα, μέσα στο ρυθμό που έχουμε δαμαστεί να υπηρετήσουμε. Ρήματα που συνιστούν μια στάση ζωής για εκείνον που έχει σκοπό να τη ζήσει τη ζωή του και όχι να την αφήσει να του γλιστρήσει ως άμμος από τα χέρια. Αν φανταστώ όλο το έργο της ως ένα πουλί που πετώντας έρχεται κοντά μας, το ένα του φτερό είναι το ρήμα “αφουγκράζομαι”, το άλλο το “αγναντεύω”. Πρόκειται λοιπόν για ένα ρεμβασμό της ζωής, για το ρήμα “αγροικώ” που η σημασία του εκτείνεται από το “αντιλαμβάνομαι” ως το “προαισθάνομαι” και “διαισθάνομαι”, νιώθω επομένως και συλλαμβάνω σε βάθος. Άρα αφήνομαι να συληθώ από την ομορφιά της πραγματικότητας.
 
Αν ποίηση είναι η ακρόπλωρη γοργόνα, αυτό το κάλεσμα και η έκκληση συνάμα, το εμπειρίκειο “πάρε τη λέξι μου δώσε μου το χέρι σου”, τότε τα παραμύθια της Φωτεινής Φραγκούλη υπάρχουν με τον ίδιο τρόπο που υπάρχει και αυτή. γίνονται το “πάρε την ψυχή μου, δώσε μου τη δική σου”.
 
Από την πρώτη ιστορία εισέρχεται ο ποιητής των παραμυθιών, αυτός ο μεσάζων μεταξύ του κόσμου των ορατών και των αοράτων, που του μιλούν τα όνειρά του, τα παιδιά, οι νεράιδες, τα δέντρα, τα αστέρια, οι ίδιες οι λέξεις. Ζει εν σιωπή σ” ένα σπιτάκι στο δάσος, παίρνει τις αλήθειες και τις κάνει πιο αληθινές, έχει κοντά του το Μαντατοπούλι, αυτό που στέλνει τις ιστορίες του στους ανθρώπους.
 
Ο ποιητής αυτός ακούει τα δέντρα που φωνάζουν απεγνωσμένα για φως και αέρα, όπως και οι άνθρωποι, οπλίζεται με υπομονή για να αντέξει και αντέχει και ψηλώνει και φτάνει στο φως, τρέχει να σώσει ένα μικρούλι λύχνο, ένα ψαράκι δηλαδή, διασώζοντας μια πράξη καλοσύνης, όταν όλα τούτα φαντάζουν στον ατομικισμό του σήμερα μάταια ή γραφικά. Εκείνος όμως συνεχίζει να μη βλέπει τίποτα το ονειροπαρμένο σε αυτή την κίνηση, που είναι πάνω από όλα μια στάση ζωής ποιητική, ένα άλμα, και αρκεί μια μικρούλα χαραμάδα απ' το φως αυτό να μπει και το φως καρπίζει. Διασώζει τον ένα λύχνο και όλοι νιώθουμε ότι μέσα από αυτό το ελάχιστο διασώζεται η ανθρωπιά στον κόσμο.
 
Βλέπει το ένα κορίτσι να ξεχνιέται μπροστά στη θάλασσα. Ένα φεγγάρι ολόγιομο την κάνει να λησμονήσει το χρόνο και τον τόπο. Το κορίτσι αφουγκράζεται τη στιγμή, αγναντεύει την ομορφιά, χτίζει τη μέσα της γαλήνη. Οι υπόλοιποι συνεχίζουν να θορυβούν, να μη βλέπουν, να μην ακούουν. Κάποια στιγμή την αντιλαμβάνονται και στέκονται. Συναισθάνονται την ομορφιά που έχαναν τόσες ώρες, τόσες ζωές. Έστω και στο τέλος την ακουλουθούν σ' αυτό το ταξίδι της σιωπής που γίνεται έπειτα και δικό τους ταξίδι.
 
Ένα άλλο κορίτσι περιμένει. Προσδοκά ένα δώρο που άργησε. Φαίνεται να μην πιστεύει ότι δε θα έρθει. Το δώρο πράγματι έρχεται, και η καθυστέρηση δεν είναι πάντα για κακό. Είναι η παραμυθιακή δοκιμασία για να λάβεις το δώρο όταν δεν το περιμένεις, συνεχίζεις όμως με υπομονή να το προσμένεις.
 
Ένα καλοκαίρι στο κεφάλι, όταν ο χειμώνας έχει βυθίσει την ψυχή σε ένα ασήκωτο σκοτείνιασμα. Ένα αγόρι, ο Χαραλάμπης, κρατώντας την ελπίδα, φυλαχτό πολύτιμο, μέσα στο κεφάλι. Κόντρα στον αντίξοο καιρό και πέρα από τις ισοπεδωτικές λογικές των ενηλίκων. Με γενναιότητα. Αν φύγει αυτή η ελπίδα από την καρδιά ούτε το πραγματικό καλοκαίρι θα έρθει.
 
Ένα χελιδόνι αποποιείται την αποδημητική πορεία που υπαγορεύει η λογική της φύσης. Αποφασίζει ερήμην των άλλων να χτίσει τη δική του θέληση. Παραμένει μες στο χειμώνα στη φωλιά που αγάπησε. Ένας άντρας μαλακώνει σαν πουλί και το αγκαλιάζει. Γιατί “η καρδιά παίζει ρόλο στις αποφάσεις μας” λέει ο ποιητής των παραμυθιών. Και “η άνοιξη φώλιαζε στην καρδιά  μες στην παγωνιά”.
 
Οι ώρες δε χάνονται, ψιθυρίζει ο ποιητής. Γιατί έχουν μέσα τους το ωραίο και το ώριμο. Και πρέπει να περάσει κανείς ώρες, που ίσως να φαίνονται χαμένες, για να ζήσει αυτό το ωρίμασμα του ωραίου που γεννιέται από αυτό το σκοτάδι που προηγήθηκε. Οι χαμένες ώρες υπάρχουν ως σκοτάδι, είναι όμως το χώμα που τρέφει τις ρίζες.

Ένας Σωτήρης μικρός που καλπάζει η φαντασία του, που την έχει για σωσίβιο και για παρηγοριά.  Ένα δέντρο, μια ελιά, να τον ακολουθεί μεσοπέλαγα, να είναι εκεί για εκείνον, όσες φουρτούνες και αν του τύχουν, να τον αγκαλιάζει τρυφερά με τα λόγια του. Μια πραγματικότητα που μετριέται με τη φαντασία και την ξεπερνά.
 
Ξέρω” έλεγε ο Ελύτης, “πως [...] η γλώσσα που μιλώ δεν έχει αλφάβητο /Αφού και ο ήλιος και τα κύματα είναι μια γραφή συλλαβική που την /αποκρυπτογραφείς μονάχα στους καιρούς της λύπης και της εξορίας”.
 
Και τη μοιράζεις, όπως το κάνουν τα παραμύθια της Φωτεινής, γιατί “κανείς κηπουρός δεν ευτύχησε σ' άλλους καιρούς /Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες”, γράφει ο ποιητής στο Μονόγραμμα, “[...]/Να τινάξει λουλούδι, μόνο εμείς, [...] /Μες στη μέση της θάλασσας /Από μόνο το θέλημα της αγάπης”.
 
 
Κλείνοντας. Δέντρα κι άνθρωποι ανάμεσά τους, κάθε κλαδί και καρδιά, και πουλιά ανάμεσά τους και φωλιές και μια θάλασσα γύρω τους, μεγαλώνουν τα δέντρα με υπομονή, ζητάνε το φως και τον αέρα, για ν΄ αντέξουν, οι άνθρωποι ονειρεύονται, δεν είναι ονειροπαρμένοι αλλά ονειροπόλοι, δε μένουν αδρανείς κλεισμένοι μες στα όνειρά τους, αλλά πασχίζουν, κρατάνει το καλοκαίρι στο κεφάλι, τρέχουν μ' ένα λύχνο σε μια σακούλα να τον σώσουν, αλλάζουν τη ζωή τους για ένα χελιδόνι, μεγαλώνουν διασώζοντας το παιδί μέσα τους, ρεμβάζουν την ομορφιά μέσα στη φεγγαρόστρατα, ταξιδεύουν ως το πλησίασμά της, οι ώρες τούτες δεν χάνονται, μονάχα ωριμάζουν, τα δέντρα μιλάνε στα παιδιά και τα παιδιά στα δέντρα, μια ελιά συντροφεύει τη ζωή τους, ποτέ δεν είναι μόνοι, έχουν μαζί τους τα όνειρά τους, ασπίδα στα μεσοπέλαγα της ζωής.


υστερόγραφο:

Ένα κορίτσι της Α' Γυμνασίου έγραψε ένα μικρό κείμενο -δίχως άλλη πέρα από την εσωτερική της παρόρμηση- που, αν και φαίνεται ότι αφορά στους “Αγγέλους των κοχυλιών”, θα μπορούσε να σταθεί ως το οπισθόφυλλο όλων των βιβλίων της Φωτεινής Φραγκούλη, και αυτό γιατί οι ήρωές της μεταμορφώνονται, δανείζονται ρόλους, επιστρέφουν. Το μικρό τούτο κορίτσι, η Ελένη Μπέκιου, γράφει:
 
Μια κόκκινη κλωστή ενώνει το μισό πιθάρι με τους αγγέλους των κοχυλιών. Αέρας ταξιδεύει την κόκκινη κλωστή στα κλαδιά της ανθισμένης κυδωνιάς, στα φιδολούλουδα. Έκπληκτοι παρακολουθούν το ταξίδι της ο γάιδαρος με τα μικρά αυτιά, τα έναστρα σκαντζοχοιράκια και ο μικρός Αχιλλέας. Πεταλούδες την τεντώνουν για να χορέψει πάνω της η Καλημέρα και ο Αντώνης. Βρέχει αλμυρή βροχή. Ο Λημνιός ναυτικός μαζεύει την κόκκινη κλωστή και την περνάει μέσα από μαύρα μαργαριτάρια, για να στολίσει το λαιμό της άσπρης χήνας του. Η χήνα ταξιδεύει στη λύπη και τη χαρά με τις λέξεις και συναντά εσάς και τα νησιά Κοχύλια με τα πολύτιμα μυστικά τους”.


Όλγα Ντέλλα
Απρίλιος 2016

http://fractalart.gr/elia-sto-pelagos-2/
 

Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

insomnia greca III

 

The Christus Mortuus Insomnia - Η ΑΓΡΥΠΝΙΑ ΤΟΥ ΠΑΘΟΥΣ
ΞΗΜΕΡΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
 
Ξημερώματα Μεγάλης Παρασκευής, από τις 24.00 έως τις 04.00, το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά θα παραμείνει «ξύπνιο» για την τρίτη και τελευταία θεατρική αγρυπνία, παρουσιάζοντας την «Αγρυπνία του Πάθους» (The Christus Mortuus Insomnia).

Ο Κωνσταντίνος Ντέλλας με τη δημιουργική ομάδα από το BOUΛOUKI PROJECT (Ανδρέας Σκούρτης, Κωνσταντίνα Μαρδίκη και Νεφέλη Σωτηράκη), ολοκληρώνουν τον κύκλο της τριλογίας «Insomnia Greca» μιας πρωτότυπης τριλογίας υπεύθυνης για μεταμεσονύχτιες θεατρικές εμπειρίες, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά με την «Αγρυπνία του Πάθους» (The Christus Mortuus Insomnia).

Το «Insomnia Greca» είναι ένα πρωτότυπο, δια-δραστικό έργο, ένας κύκλος μεταμεσονύκτιων δράσεων χρονικά τοποθετημένων σε τρεις διαβατήριες κατά την ελληνική παράδοση ημερομηνίες (Χριστούγεννα, Απόκριες, Πάσχα) που συμβαίνουν στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
 
Το περιεχόμενο και η θεματολογία τους ορίζεται με αφορμή το ιδιαίτερο κλίμα της κάθε γιορτής. Στην τρίτη και τελευταία Αγρυπνία, την «Αγρυπνία του Πάθους» (The Christus Mortuus Insomnia), η έννοια του ξένου που διέτρεξε τις δύο προηγούμενες, παίρνει νέες διαστάσεις μέσα από το ψαλμικό κείμενο κατά το οποίο ο Ιωσήφ ο Αριμαθαίας ζητά από τον Πιλάτο το νεκρό σώμα του Ιησού, λέγοντας: «Δος μοι τούτον τον ξένον».

Οι έννοιες του πάθους, του θανάτου – του κυριολεκτικού αλλά και συμβολικού-, του θρήνου, της ταφής, η σχέση του ανθρώπου με τον άλλο κόσμο, η ξενιτειά του επέκεινα, είναι τα μοτίβα που συνυφαίνουν την αφήγηση.

Με τη μορφή in-situ εγκαταστάσεων και performances που αναπτύσσονται σε όλο το εύρος και τα επίπεδα του κτιρίου του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, αρθρώνεται το υλικό και αυτής της Αγρυπνίας.
Στο κατανυκτικό κλίμα της βραδιάς καλούνται να μπουν οι θεατές οι οποίοι θα παραλάβουν κατά την είσοδό τους στο θέατρο τον χάρτη που τους καθοδηγεί για τα τεκταινόμενα, από τους υπόγειους χώρους έως το θόλο του θεάτρου.

Η «Αγρυπνία του Πάθους» θα κλείσει τον κύκλο της με τη συνάντηση συντελεστών και θεατών σε ένα κοινό τραπέζι για φαγητό εναρμονισμένο με το ύφος της Μεγάλης Παρασκευής.

Ο θεατής μπορεί να έλθει όποια ώρα θέλει, να συμμετάσχει όπου θέλει, να φύγει και να επιστρέψει όσες φορές θέλει.
 
Στην καταληκτική Αγρυπνία συμπράττουν με τον Κωνσταντίνο Ντέλλα (σύλληψη ιδέας- καλλιτεχνική επιμέλεια) σαράντα performers – ηθοποιοί και χορευτές - μεταξύ των οποίων η Σοφία Μουτίδου, ο Χάρης Αττώνης, ο Μάνος Καρατζογιάννης, η Ρίτα Λυτού, η Φανή Παναγιωτίδου, η Ανδρονίκη Μαραθάκη, η Δέσποινα Σαραφίδου, η Μαρία Κοσκινά, ο Μιχάλης Καλιότσος, η Ζωή Ξανθοπούλου, η Μαρία Γεωργοπούλου κ.α. 

Συγκεκριμένα, στις performances και εγκαταστάσεις συμμετέχουν (με αλφαβητική σειρά): Ειρήνη Αμανατίδου, Έβελυν Ασουάντ, Χάρης Αττώνης, Μαρία Γεωργοπούλου, Γεωργία Γρίβα, Αγγελική Δαλαγκελή, Τατού Δέδε, Σπύρος Δέτσικας, Μιχάλης Καλιότσος, Πάολα Καλλιγά, Πάνος Καμμένος, Μαριάννα Καραβά, Στεφανία Καραγιάννη, Μάνος Καρατζογιάννης, Μαρία Κοσκινά, Μυρτώ Κουλουρίδη, Αλέξανδρος Κτιστάκης, Σάντρα Λειβαδάρα, Ρίτα Λυτού, Ανδρονίκη Μαραθάκη, Σταύρος Μαρκουλάκης, Τία Μενούτη, Σοφία Μουτίδου, Μαριάννα Μπάρτζου, Ηλιάνα Μπαφέρου, Πέτρος Μπότσος, Κωνσταντίνος Ντομουχτσής, Ζωή Ξανθοπούλου, Μαίρη Ξένου, Φανή Παναγιωτίδου, Χρήστος Ροζάκης, Δέσποινα Σαραφίδου, Αρίστη Σπύρου, Λίνα Σταυροπούλου, Στεφανία Σταυροπούλου, Αργυρώ Ταμβάκου, Βάλια Φιλιάγκου, Τάσος Φοής.

 
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά 
Ηρώων Πολυτεχνείου & Βασ. Γεωργίου, Πειραιάς 
 
Πέμπτη 28 προς Παρασκευή 29 Απριλίου 
(Ξημερώνοντας Μεγάλη Παρασκευή) 
Από τις 24.00 έως τις 04.00

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

Insomnia greca


  

INSOMNIA GRECA

τρεις αγρυπνίες
τρεις χρονικές στιγμές

THE NATIVITAS INSOMNIA - Η ΑΓΡΥΠΝΙΑ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ
23 προς 24 Δεκεμβρίου 2015 (ξημερώνοντας παραμονή Χριστουγέννων)

THE ADEUS CARNE INSOMNIA – Η ΑΓΡΥΠΝΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΙΑΣ
13 προς 14 Μαρτίου 2016 (ξημερώνοντας Καθαρά Δευτέρα)

THE CHRISTUS MORTUUS INSOMNIA – Η ΑΓΡΥΠΝΙΑ ΤΟΥ ΠΑΘΟΥΣ
28 προς 29 Απριλίου 2016 (ξημερώνοντας Μεγάλη Παρασκευή)